Οι γενετικές ανωμαλίες που αφορούν στο σκελετικό σύστημα προκύπτουν λόγω διαταραχών που συμβαίνουν σε πολύπλοκες διαδικασίες κατά τη σκελετική ανάπτυξη, αύξηση και την ομοιόσταση και, παραμένουν μία διαγνωστική πρόκληση λόγω της ποικιλίας που παρουσιάζουν. Μέχρι σήμερα, έχουν περιγραφεί σχεδόν 400 διαφορετικά είδη σκελετικής δυσπλασίας. Με την πρόοδο της μοριακής γενετικής, έχει αποδειχθεί πως διάφοροι φαινότυποι μπορούν να προκληθούν λόγω γονιδιακών μεταλλάξεων, ανάλογα με τον τύπο της μετάλλαξης και τη θέση που αυτή θα λάβει χώρα εντός του γονιδίου.
Ο Διεθνής Οργανισμός Οστεοπόρωσης (IOF) έχει ιδρύσει μία ομάδα που ασχολείται κατά κύριο λόγο με τις σπάνιες σκελετικές ασθένειες (SRD-WG). Σκοπός αυτής της ομάδας είναι να διαλευκάνει τις σπάνιες σκελετικές ασθένειες και να πληροφορήσει το κοινό σχετικά με αυτές.

ΥΠΕΡΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ (Hyperparathyroidism)

Ο Υπεραπαραθυεροειδισμός είναι μια κοινή ενδοκρινική διαταραχή , η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα της υπερδραστηριότητας των παραθυρεοειδών αδένων με αποτέλεσμα την υπερβολική έκκριση της παραθυρεοειδούς ορμόνης (PTH). Σπάνια συναντάται σε οικογενή σύνδρομα. Στα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνονται: η υπερασβεστιουρία, η νευρολιθίαση, η οστεοπόρωση και νευρομυϊκά συμπτώματα όπως η κόπωση, η αδυναμία και οι γνωστικές αλλαγές. Ανάλογα με το τι προκαλεί την υπερβολική αυτή έκκριση παραθορμόνης διακρίνουμε 3 τύπους: τον πρωτοπαθή, τον δευτεροπαθή και τον τριτοπαθή.

Ο διαγνωστικός έλεγχος απαιτεί την εξέταση του Ασβεστίου (Ca), του Φωσφόρου (P), της Παραθορμόνης (PTH) και της Κρεατίνης (Cr) ορού.

Στον Πρωτοπαθή Υπερπαραθυρεοειδισμό συνήθως παρατηρείται αυξημένο Ασβέστιο του ορού, ελαττωμένος Φώσφορος που μπορεί να φτάσει έως τα κατώτερα φυσιολογικά όρια και αυξημένο Ασβέστιο ούρων 24ώρου.

Στον Δευτεροπαθή Υπερπαραθυρεοειδισμό συνήθως παρατηρείται Ασβέστιο ορού ελαττωμένο ή φυσιολογικό, αυξημένο Φώσφορο ορού και ελαττωμένο ή φυσιολογικό Ασβέστιο Ούρων.

Τέλος, στον Τριτοπαθή Υπερπαραθυρεοειδισμό συνήθως παρατηρείται αυξημένο Ασβέστιο και Φώσφορος ούρων.

ΥΠΟΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ (Hypoparathyroidism)

Ο Υποπαραθυρεοειδισμός είναι μία ασυνήθιστη ενδοκρινική διαταραχή-ανεπάρκεια που χαρακτηρίζεται από χαμηλά επίπεδα ασβεστίου του ορού, αυξημένα επίπεδα φωσφόρου και παντελή απουσία ή ανάρμοστα χαμηλά επίπεδα της παραθυρεοειδούς ορμόνης (PTH).

Θεραπεία

«Επιθετική» Θεραπεία

Η Συμπτωματική Υπασβεστιαιμία ενδέχεται να απαιτεί ταχεία ενδοφλέβια χορήγηση γλυκονικού ασβεστίου. Το επίπεδο ασβεστίου στον ορό (7,5 mg/dL) και ιδίως τα συμπτώματα, υποδεικνύουν το κατά πόσο πρέπει να ο ασθενής να ακολουθήσει μια «επιθετική θεραπεία».

Χρόνια Θεραπεία

Οι στόχοι της χρόνιας θεραπείας περιλαμβάνουν κυρίως τον έλεγχο και τη διατήρηση κάποιων δεικτών εντός φυσιολογικών ορίων όπως για παράδειγμα του ορού ολικού ασβεστίου.

ΨΕΥΔΟΫΠΟΠΑΡΑΘΥΡΕΟΕΙΔΙΣΜΟΣ (Pseudohypoparathyroidism)

Ο όρος Ψευδοϋποπαραθυρεοειδισμός είναι ένα σπάνιο κληρονομικό νόσημα, το οποίο χαρακτηρίζεται από υπασβεστιαιμία και υπερφωσφαταιμία. Ο Ψευδοϋποπαραθυρεοειδισμός παρουσιάζει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τον Υποπαραθυρεοειδισμό. Σε αντίθεση όμως με αυτόν, στον Ψευδοϋποθυρεοειδισμό παρουσιάζεται αντίσταση των τελικών οργάνων στη χορήγηση PTH (παραθυρεοειδής ορμόνη). Το νόσημα φαίνεται να πλήττει άτομα κάθε ηλικίας, από τη βρεφική έως τη Τρίτη ηλικία.

Υπάρχουν δύο τύποι: ο τύπος Ι (διακρίνεται σε Ια και Ιβ) και ο τύπος ΙΙ. Ο Τύπος Ια είναι ο συχνότερος τύπος, είναι κληρονομικός και οφείλεται σε γονιδιακή ανωμαλία. Τέλος, οι ασθενείς με τον Τύπο Ιβ παρουσιάζουν στους νεφρούς αντίσταση της PTH.

ΑΤΕΛΗΣ ΟΣΤΕΟΓΕΝΕΣΗ (Osteogenesis Imperfecta)

Η ατελής οστεογένεση μπορεί να ορισθεί ως μία γενετική διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από ευαισθησία των οστών στα κατάγματα. Υπάρχουν τέσσερις τύποι Ατελούς Οστεογένεσης, καθένας από τους οποίους χαρακτηρίζεται από μεγάλες διακυμάνσεις στη σοβαρότητα από άτομο σε άτομο.

Αιτία

Η πλειοψηφία των ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με ατελή οστεογένεση, παρουσιάζουν μετάλλαξη στα γονίδια COL1A1 ή COL1A2 , τα οποία είναι γονίδια που παράγουν το κολλαγόνο, την πρωτεΐνη δηλαδή που συναντάμε κατά κύριο λόγο στα κόκκαλα.

Τα κυριότερα συμπτώματα

Τύπος Ι (Ο πιο κοινός τύπος)

  • Οστά που παρουσιάζουν την τάση να σπάνε. Τα περισσότερα κατάγματα εμφανίζονται πριν από την εφηβεία
  • Κανονικό ή σχεδόν κανονικό ανάστημα
  • Το ασπράδι των ματιών έχει συνήθως μπλε, πορφυρή, ή γκρίζα απόχρωση.
  • Τριγωνικό σχήμα προσώπου
  • Τάση για κύρτωση της σπονδυλικής στήλης
  • Πιθανώς εύθραυστα δόντια
  • Πιθανή απώλεια ακοής
  • Η ποσότητα κολλαγόνου μικρότερη από αυτήν που συνηθίζεται

Τύπος ΙΙ (Η σοβαρότερη μορφή)

  • Συχνά θανατηφόρα κατά τη γέννηση ή αμέσως μετά, λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας
  • Πολυάριθμα κατάγματα και σοβαρή παραμόρφωση των οστών
  • Κοντό ανάστημα με μερικώς αναπτυγμένους πνεύμονες
  • Η δομή του κολλαγόνου δεν είναι η κανονική

Τύπος ΙΙΙ

  • Εύκολα κατάγματα
  • Κοντό ανάστημα
  • Τριγωνικό σχήμα προσώπου
  • Τάση για κύρτωση της σπονδυλικής στήλης
  • Παραμόρφωση των οστών
  • Πιθανώς εύθραυστα δόντια
  • Πιθανή απώλεια ακοής
  • Η δομή του κολλαγόνου δεν είναι η κανονική

Τύπος ΙV

Ο τρίτος κατά σειρά σε σοβαρότητα ανάμεσα από τον Τύπο Ι και τον Τύπο ΙΙΙ

  • Εύκολα κατάγματα
  • Κοντύτερος από το μέσο στο ανάστημα.
  • Ήπια έως μέτρια την παραμόρφωση των οστών.
  • Τάση για κύρτωση της σπονδυλικής στήλης.
  • Τριγωνικό σχήμα προσώπου.
  • Πιθανώς εύθραυστα δόντια.
  • Πιθανή απώλεια ακοής.
  • Η δομή του κολλαγόνου δεν είναι κανονική.

ΙΝΩΔΗΣ ΔΥΣΠΛΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΣΤΩΝ (Fibrous Dysplasia of Bones)

Η Ινώδης Δυσπλασία των Οστών είναι μία μια γενετική, μη κληρονομική ασθένεια άγνωστης αιτιολογίας, που την χαρακτηρίζει πόνος στα οστά, οστικές αραμορφώσεις και κατάγματα. Εκτιμάται ότι η ασθένεια αφορά περίπου στο 10% όλων των καλοήθων όγκων των οστών. Υπάρχουν 4 τύποι:

  • Μονοστωτικός Τύπος
  • Πολυοστωτικός Τύπος
  • Κρανιοπροσωπικός Τύπος και
  • Χερουβεισμός.

Η ασθένεια είναι συχνότερη στους άνδρες από ότι είναι στις γυναίκες και συνήθως η ασθένεια εμφανίζεται έως το 30ο έτος της ηλικίας. Ο Μονοστωτικός Τύπος είναι 7 φορές συχνότερος από τον Πολυοστωτικό. Τα 2/3 αυτών που νοσούν από τον Πολυοστωτικό Τύπο εμφανίζουν την ασθένεια πριν το 10ο έτος της ηλικίας τους.

ΥΠΟΦΩΣΦΑΤΑΣΙΑ (Hypophosphatasia)

Είναι μία σπάνια γενετική, κληρονομική ασθένεια , η οποία εκτιμάται ότι προκαλείται πό μετάλλαξη του γονιδίου ALPL, η κλινική εικόνα της οποίας παρουσιάζει μεγάλη οικιλομορφία, κυμαινόμενη από ενδομήτριο θάνατο, έως παθολογικά κατάγματα τα ποία παρουσιάζονται στην ενήλικη ζωή. Η μετάλλαξη αυτού του γονιδίου οδηγεί τα οστά σε προβληματική κατάσταση, αλλά επηρεάζει επίσης παθολογικά και άλλα όργανα όπως τα νεφρά, το κεντρικό νευρικό σύστημα και στον γαστρεντερικό σωλήνα.

Διακρίνονται τουλάχιστον 6 τύποι υποφωσφατασίας, ανάλογα με την ηλικία που ανακαλύπτονται οι σκελετικές αλλοιώσεις:

  • Περινεογνικός
  • Βρεφικός
  • Παιδικός
  • Ενηλίκων
  • Οδοντοϋποφωσφατασία, στην οποία απουσιάζουν ανωμαλίες των μακρών οστών, αλλά υπάρχουν βιοχημικές και οδοντικές ανωμαλίες, και
  • Ψευδοϋποφωσφατασία

ΙΣΤΙΟΚΥΤΤΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΤΤΑΡΟΥ ΤΟΥ LANGERHAN (LCH) (Langerhans Cell Histiocytosis)

Η (LCH) είναι μία σπάνια νόσος που πλήττει κυρίως τα παιδιά και παραμένει άγνωστο τί ακριβώς την προκαλεί. Στα παιδιά παρουσιάζεται με συχνότητα 1 περίπτωση στα 200.000 παιδιά, ενώ στους ενήλικες η πραγματική ετήσια συχνότητα παραμένει άγνωστη. Η εξέλιξη της ασθένειας δεν παρουσιάζει συνέπεια, μιας και σε αρκετές περιπτώσεις τίθεται υπό έλεγχο, ενώ σπανίως σε άλλες οδηγεί στο θάνατο. Τα όργανα που πλήττει συνήθως είναι τα οστά, οι πνεύμονες, το δέρμα και η υπόφυση.

ΜΕΙΖΩΝ ΒΗΤΑ ΘΑΛΑΣΣΑΙΜΙΑ (Beta Thalassemia Major)

Θαλασσαιμία ονομάζεται μία ομάδα διαταραχών του αίματος που επηρεάζουν την παραγωγή της αιμοσφαιρίνης. Η αιμοσφαιρίνη είναι μία πρωτεΐνη που μεταφέρει το οξυγόνο σε όλα το σώμα. Άτομα τα οποία παρουσιάζουν μεταβολές και στα δύο γονίδια β σφαιρίνης, πάσχουν από Μείζων Β Θαλασσαιμία. Όταν παρουσιάζουν μεταβολές μόνο στο ένα γονίδιο, τότε τα άτομα δε νοσούν και ονομάζονται φορείς β Θαλασσαιμίας. Η ασθένεια συναντάται κυρίως στις περιοχές της Μεσογείου, της Ανατολικής Ασίας, της Ινδίας και της Μέσης Ανατολής. Έχει διαπιστωθεί πως οι ασθενείς αυτοί έχουν έλλειψη οστικής μάζας, κι ως εκ τούτου παρουσιάζουν παραμορφώσεις στα άκρα τους και είναι επιρρεπείς σε κατάγματα.

Θεραπεία

Οι ασθενείς αυτοί χρειάζονται συχνές μεταγγίσεις αίματος, συνήθως κάθε 3-4 εβδομάδες, με σκοπό να διορθωθεί η αναιμία. Δυστυχώς, βασική επίπτωση των μεταγγίσεων αποτελεί η αυξημένη συσσώρευση σιδήρου, η οποία συνήθως προλαμβάνεται και αντιμετωπίζεται με ειδική φαρμακευτική αγωγή. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι επιστήμονες έχουν βελτιώσει πολύ τα προγράμματα μεταγγίσεων και τις θεραπείες αποσιδήρωσης και ως εκ τούτου, υπάρχουν πια ασθενείς που ζουν σαράντα έως πενήντα χρόνια με καλύτερη ποιότητα ζωής από αυτή που ζούσαν στο παρελθόν.

ΥΠΟΦΩΣΦΑΤΑΙΜΙΑ (Hyphophosphametic Disorders)

Ο Φώσφορος παίζει σημαντικό ρόλο σε μια σειρά βιολογικών διεργασιών και αποτελεί ένα από τα βασικά συστατικά του οστού. Κατά τη διάρκεια της αναδιαμόρφωσης των οστών και της σκελετικής ανάπτυξης απαιτείται ασβέστιο και φώσφορος. Η ισορροπία του φωσφόρου στον οργανισμό επιτυγχάνεται μέσω της αποβολής του πλεονάζοντος φωσφόρου από τα ούρα και τα κόπρανα του ατόμου.

Τα αίτια εμφάνισης Υποφωσφαταιμίας μπορεί να είναι ένα από τα παρακάτω:

  • Μειωμένη πρόληψη ή αδυναμία απορρόφησης βιταμίνης D
  • Χορήγηση αντιόξινων
  • Παρεντερική σίτιση
  • Ταχεία ανάπτυξη όγκων
  • Σύνδρομα δυσαπορρόφησης
  • Εκκριτική Διάρροια

Η Υποφωσφαταιμία μπορεί να προκαλέσει διαφόρου τύπου διαταραχές όπως:

  • Μυοσκελετικές (π.χ. Οστεοπόρωση, Μυϊκή Αδυναμία)
  • Αναπνευστικές ( Αναπνευστική Ανεπάρκεια)
  • Καρδιαγγειακές (Αρρυθμίες, Καρδιακή Ανεπάρκεια)
  • Αιματολογικές ( π.χ. Δυσλειτουργία των Λευκοκυττάρων)
  • Μεταβολικές
  • Νευρολογικές (π.χ. Σπασμοί, Κώμα) και
  • Νεφρικές (π.χ. Υπερασβεστιουρία, Μαγνησιουρία)

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΟΣΤΕΟΠΟΙΟΣ ΙΝΟΔΥΟΣΠΛΑΣΙΑ (Fibrodysplasia Ossificans Progressiva)

Η Προοδευτική Οστεοποιός Ινοδυοπλασία είναι μία σπάνια γενετική ασθένεια κατά την οποία οι μαλακοί ιστοί, δηλαδή οι μύες, οι τένοντες και οι σύνδεσμοι, μετατρέπονται σταδιακά σε οστά σχηματίζοντας έτσι οστά μακριά από τον υπάρχον σκελετό.Ταυτόχρονα με τον σχηματισμό οστών, οι αρθρώσεις παρουσιάζουν πλήρη ακαμψία. Η παραπάνω διαδικασία με την πάροδο του χρόνου καθιστά την κίνηση σχεδόν αδύνατη. 700 περιστατικά έχουν καταγραφεί με τη συγκεκριμένη ασθένεια, γεγονός που καθιστά την μελέτη γύρω από αυτή και τα συλλεχθέντα στοιχεία ελλιπή. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί αποτελεσματική θεραπεία.

ΟΓΚΟΕΙΔΗΣ ΑΣΒΕΣΤΩΣΗ (Tumoral Calcinosis)

Η Ογκοειδής Ασβέστωση είναι μια σπάνια ασθένεια όπου υπάρχει επικάθιση ασβεστίου στον μαλακό ιστό σε περιαρθρικές θέσεις, δηλαδή γύρω από τις αρθρώσεις.

Οι συσσωρεύσεις γίνονται έξω από την αρθρική «κάψουλα», συχνά εμφανίζονται σε ασθενείς που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση και θεωρείται ότι υπάρχει κληρονομική προδιάθεση. Το όνομα υποδηλώνει ασβέστωση(εναπόθεση ασβεστίου) η οποία θυμίζει όγκο όμως στην πραγματικότητα δεν είναι νεοπλάσματα γιατί δεν έχουμε διαίρεση των κυττάρων . Είναι απλά εναπόθεση ανόργανου ασβεστίου ορού με «ορό εξώθησης» (serum extrudate). Τα παιδιά και έφηβοι ( 6-25 ετών) είναι η πιο συχνά επηρεαζόμενη ηλικιακή ομάδα. Το σύμπτωμα που προκαλούν αυτές οι συγκεντρώσεις δεν είναι ο πόνος, αλλά το πρήξιμο γύρω από τις αρθρώσεις. Οι εναποθέσεις έχουν την τάση να διευρύνουν σταδιακά το υπερκείμενο δέρμα, να δημιουργούν έλκη τα οποία και ανοίγουν. Είναι πιο κοινό γύρω από τους ώμους, τους γοφούς και τους αγκώνες. Η Εργαστηριακή αξιολόγηση αποκαλύπτει κανονικά επίπεδα ασβεστίου στον ορό και υπερφωσφαταιμία.

Σπάνια ή ALP ( αλκαλική φωσφατάση – ένα ένζυμο ενεργό σε σημεία που σχηματίζεται νέο οστό) μπορεί να είναι αυξημένη. Η θεραπεία είναι η ομαλοποίηση των επιπέδων φωσφορικών στον ορό και εκτομή της κάκωσης. Η χειρουργική αφαίρεση πρέπει να είναι πλήρης και εάν ένα τμήμα απομείνει, είναι αναπόφευκτη η υποτροπή.

Ο Ιωάννης Τριανταφυλλόπουλος, ως Επικ. Καθηγητής  Ορθοπαιδικής στο Εργαστήριο Έρευνας Παθήσεων του Μυοσεκελετικού Συστήματος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, παραθέτει πληροφορίες σχετικά με σπάνιες σκελετικές ανωμαλίες που αντιμετωπίζονται στο Ερευνητικό Εργαστήριο.